2964278
Η οικονομική ανάπτυξη, η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης, η ποιότητα ζωής και οι τοπικές πολιτικές, είναι οι βασικοί παράγοντες διαφοροποίησης των δημογραφικών χαρακτηριστικών από Περιφέρεια σε Περιφέρεια της χώρας, αλλά και μέσα στην ίδια την Περιφέρεια, από νομό σε νομό και από δήμο σε δήμο, σύμφωνα με τη δημογραφική μελέτη των καθηγητών Βύρωνα Κοτζαμάνη (καθηγητής Δημογραφίας στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (ΤΜΧΠΠΑ) και επισκέπτης-συνεργαζόμενος ερευνητής του Εθνικού Ινστιτούτου Δημογραφίας της Γαλλίας) και Βασίλη Παππά. Από το απόσπασμα της ερευνητικής μελέτης που παραθέτουν, προκύπτουν πολλές ενδιαφέρουσες ιδέες για την ανάλυση της δημογραφικής εικόνας στην Περιφέρεια Θεσσαλίας και τις ενδοπεριφερειακές διαφοροποιήσεις. Στην μελέτη σκιαγραφείται η δημογραφική εικόνα στην Θεσσαλία, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και τις υφιστάμενες έντονες ενδοπεριφερειακές διαφοροποιήσεις. H Π.Ε. Σποράδων είναι η μονή που διαφοροποιείται την τελευταία τριακονταετία έναντι των υπολοίπων Ενοτήτων, έχοντας τις δεκαετίες του 1990 και του 2000 υψηλότατες θετικές μεταβολές, και το 2011-2021 την ηπιότερη μείωση (-2,5% έναντι -6,0% της Περιφέρειας). Οι μεταβολές του πληθυσμού σε επίπεδο Δήμων κυμαίνονται από +14% (Αλόννησος) έως -21% (Ζαγορά-Μόυρεσι). Στην Μαγνησία ο μέσος όρος ηλικίας στην απόκτηση των παιδιών (31,7 έτη) ταυτίζεται με τον εθνικό. Αναλυτικά, η μελέτη: Οι μεταβολές του πληθυσμού στη Θεσσαλία Η Περιφέρεια Θεσσαλίας τη δεκαετία του 1990 δεν επωφελήθηκε ιδιαίτερα από την μαζική εισροή οικονομικών μεταναστών εκείνης της περιόδου, με αποτέλεσμα να έχει από τα χαμηλότερα ποσοστά θετικής μεταβολής του πληθυσμού ανάμεσα στο 1991 και το 2001 (μόλις +1,45%, έναντι 7% σε εθνικό επίπεδο). Την επόμενη δεκαετία (2001-2011) η μείωση ήταν ήπια (1%, όσο σχεδόν και στο σύνολο της χώρας), εντασσόμενη στην ομάδα των 8 Περιφερειών με αρνητικές αντίστοιχες μεταβολές, σε αντίθεση με το Νότιο Αιγαίο και την Κρήτη, τις μόνες Περιφέρειες που αυξήσαν τον πληθυσμό τους (+3,5 και 4,8% αντίστοιχα). Την τελευταία δε δεκαετία, η μείωση του πληθυσμού της εκτιμάται στο 6% (υπερδιπλάσια του εθνικού μέσου, [-3%] αλλά σαφώς μικρότερη της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας [-10%]). Η μείωση αυτή οφείλεται, αφενός μεν στα αρνητικά φυσικά ισοζυγία (-29 χιλ.), αφετέρου δε στα επίσης αρνητικά ισοζυγία εισόδων-εξόδων των μονίμων κατοίκων της (βλ. εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση). Σε ενδοπεριφερειακό επίπεδο, η Π.Ε. Σποράδων είναι η μονή που διαφοροποιείται την τελευταία τριακονταετία των υπολοίπων Ενοτήτων, έχοντας τις δεκαετίες του 1990 και του 2000 υψηλότατες θετικές μεταβολές, και το 2011-2021 την ηπιότερη μείωση (-2,5% έναντι -6,0% της Περιφέρειας). Στο εσωτερικό των Περιφερειακών Ενοτήτων οι διακυμάνσεις γύρω από το μέσο περιφερειακό όρο είναι έντονες, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία (Πίνακας και Γράφημα). Οι μεταβολές του πληθυσμού σε επίπεδο Δήμων κυμαίνονται από +14% (Αλόννησος) έως -21% (Ζαγορά-Μόυρεσι), ενώ σε επίπεδο Δ.Ε. από +28% έως -50% (Χάρτης). Για πρώτη φορά δε αρκετές πεδινές και ημιορεινές κοινότητες το 2011-2021 φαίνεται να έχουν μεγαλύτερες μειώσεις από ορεινές, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο ότι ο νεανικός πληθυσμός των δεύτερων έχει συρρικνωθεί σημαντικά ήδη από το 2011, και, επομένως, δεν υπάρχουν ιδιαιτέρες μεταναστευτικές «εφεδρείες». Θνησιμότητα και γονιμότητα Η προσδοκώμενη ζωή στη γέννηση (στα δυο φύλα) στην Περιφέρεια Θεσσαλίας αυξήθηκε σημαντικά μεταπολεμικά, με αποτέλεσμα να ανέλθει σε 82,3 έτη το τελευταίο προ της πανδημίας έτος. Η μέση διάρκεια ζωής στη γέννηση ήταν το 2019 ελαφρώς υψηλότερη από τον μέσο εθνικό όρο (81,7 έτη), αν και υπολείπεται αυτής της Ηπείρου. Η αύξηση της μέσης διαρκείας ζωής μετά το 1950 (+18 σχεδόν έτη) συνέβαλε και στην αύξηση της γήρανσης του πληθυσμού της Περιφέρειας (την αύξηση δηλαδή του ποσοστού των 65 ετών και άνω που υπερβαίνει πλέον το 25%). Η γονιμότητα (ο μέσος δηλαδή αριθμός παιδιών που κάνουν οι διαδοχικές μετα το 1960 γενεές) μειώνεται ταχύτατα, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται και η μέση ηλικία στην απόκτηση των παιδιών. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την ταχεία μείωση των γεννήσεων σε όλες τις Περιφέρειες, γεγονός που αποτυπώνεται και στους υπολογιζόμενους κάθε χρόνο δείκτες γονιμότητας, που σε εθνικό επίπεδο για μια μακρά περίοδο (1987-2024) κυμαίνεται από 1,25 έως 1,5 παιδιά/γυναίκα. Το 2019 δε (τελευταίο προ της πανδημίας έτος), με μέσο εθνικό δείκτη 1,33, οι νομοί της Θεσσαλίας (με εξαίρεση την Μαγνήσια [1,13]) βρίσκονται πολύ κοντά σε αυτόν: 1,28 η Καρδίτσα, 1,35-36 η Λάρισα και τα Τρίκαλα (Χάρτης). Τρεις από τους τέσσερις νομούς δεν εντάσσονται στην ομάδα των προβληματικότερων νομών της χώρας μας, σε αντίθεση με την Μαγνησία. Σε αυτήν -όπως και στον νομό Τρικάλων- ο μέσος όρος ηλικίας στην απόκτηση των παιδιών (31,7 έτη) ταυτίζεται με τον εθνικό, ενώ στις Π.Ε Λάρισας και Καρδίτσας (ιδιαίτερα στη δεύτερη) οι γυναίκες τεκνοποιήσαν σε λίγο μικρότερες ηλικίες: 31,0 στη Λάρισα και 30,5 στην Καρδίτσα. Γεννητικότητα και Φυσικά Ισοζυγία -λόγος θανάτων/γεννήσεις ανά νομό Η πτώση τη γονιμότητας των γενεών (του μέσου αριθμού των παιδιών που φέρνουν στον κόσμο οι διαδοχικές μετα το 1960 γενεές) και η αύξηση των προσδόκιμων ζωής είχαν άμεσες επιπτώσεις στις γεννήσεις (μείωση) και στους θανάτους (αύξηση) σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας (και επομένως και στη Θεσσαλία). Στη διαφοροποιημένη εξέλιξη όμως των Φυσικών Ισοζυγίων (διαφορά μεταξύ γεννήσεων και θανάτων), ανάμεσα στις Περιφέρειες αλλά και ενδοπεριφερειακά, σημαντικό ρόλο παίζει και μια άλλη παράμετρος: η σημαντικά διαφοροποιημένη κατανομή του πληθυσμού ανά ηλικία, τα διαφοροποιημένα δηλ. ποσοστά σε κάθε διοικητική ενότητα των 65 ετών και άνω (το 85% των θανάτων προέρχεται από αυτούς), καθώς και τα ποσοστά των ατόμων σε αναπαραγωγική ηλικία (οι γεννήσεις κατά 95% προέρχονται από γυναίκες ηλικίας 20-49 ετών), ποσοστά που επηρεάσθηκαν σημαντικά από την εσωτερική κυρίως μετανάστευση. Όλοι οι νομοί της Θεσσαλίας έχουν πλέον σήμερα αρνητικά φυσικά ισοζύγια (Πίνακας και Γραφήματα) αν και σημαντικές διάφορες καταγράφονται ως προς τον χρόνο που οι θάνατοι άρχισαν να υπερτερούν των γεννήσεων: πρόσφατα (2013) στον Ν. Λάρισας, 10 έτη νωρίτερα (1993) στο Ν. Μαγνησίας, 1991 στον Ν. Τρικάλων και 1989 στο Ν. Καρδίτσας. Οι διαφορές αυτές, τόσο στον χρόνο όσο και στο εύρος του ελλείματος των γεννήσεων έναντι των θανάτων, δεν οφείλονται τόσο στις διάφορες της θνησιμότητας (των προσδόκιμων δηλ. ζωής) και της γονιμότητας (του μέσου δηλ. αριθμού παιδιών) των κατοίκων τους, αφού οι διαφορές αυτές είναι σχετικά μικρές. Κυρίως, οφείλονται στις διαφορές της κατανομής του πληθυσμού τους ανά ηλικία (γήρανση/νεότητα).
2946296
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Έδρα: Λάρισα | |
6945818462 | |
info@exeresi.gr |
ΩΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Καθημερινές: | 09:00-21:00 |
Σάββατο: | 10:00-20:00 |
Κυριακή: | 12:00-19:00 |